Σήμερα πηγαίνοντας στο περίπτερο, αναλογιζόμουν πόσο έχει αλλάξει η πατρίδα μου. Περπατούσα και θυμόμουν ότι τριάντα χρόνια πριν, έβλεπες πρόσωπα γελαστά, πρόσωπα που ήταν έτοιμα να σου πουν καλημέρα. Έμπαινες στο λεωφορείο, καθόσουν δίπλα σε κάποιον και άκουγες ένα καλημέρα.
Τώρα, βλέπεις πρόσωπα κατηφή, ανθρώπους που δεν καταλαβαίνεις τι λένε, μιλάνε μεταξύ τους και έχεις την εντύπωση ότι βρίσκεσαι κάπου σε κάποια ξένη χώρα, ότι είσαι μετανάστης. Κάνεις έτσι και βλέπεις —ακόμα— δρόμους με ελληνικά ονόματα και προσπαθείς να καταλάβεις τι ακριβώς συμβαίνει.
Κάποτε ήξερες, ότι εάν τύχαινε να σκοντάψεις και να πέσεις στο δρόμο, θα μαζεύονταν γύρω σου όλοι όσοι κινιόντουσαν εκεί κοντά. τώρα; Τώρα αλίμονο, έτσι και έπεσες κάτω, πάει, δεν πρόκειται κανείς να σε πλησιάσει. Όχι γιατί δεν τους νοιάζει, αλλά γιατί απλά φοβούνται μήπως είσαι κάποιος «φτιαγμένος» ή το κάνεις επίτηδες για να τους ληστέψεις.
Δεν αδικώ τον κόσμο, έχει δίκιο, έτσι όπως πάμε, θα αρχίσουμε να σκοτώνουμε ο ένας τον άλλον. Περπατάμε και σχεδόν κοιτάμε με τρόμο πίσω μας, μήπως τα βήματα που ακούμε δεν είναι τα δικά μας, αλλά κάποιου άλλου που μας πλησιάζει για να κτυπήσει.
Κι όμως, ο έλληνας δεν ήταν ποτέ έτσι. Ο έλληνας αγαπούσε την ζωή, ο έλληνας είχε φίλους, ο έλληνας διασκέδαζε σε κάθε ευκαιρία. Τώρα ο έλληνας, έγινε ευρωπαίος, είναι κατηφής, δεν τον νοιάζει τι κάνει ο διπλανός του, δεν τον νοιάζει ίσως ακόμα και το ίδιο του το παιδί τι κάνει.
Κι όλα αυτά γιατί; Γιατί κάποιοι θέλησαν να μας εκπολιτίσουν —έτσι έλεγαν— να μας κάνουν ευρωπαίους που θα αγοράζαμε όχι ένα ολόκληρο καρπούζι, αλλά φέτες από το καρπούζι, όπως κάνουν οι άλλοι —συνήθως βόρειοι λαοί— ζηλεύοντας πάντα την ανοιχτή καρδιά και ψυχή μας.
Μας υποσχέθηκαν ότι μόλις μπούμε στην ένωση τους όλα θα είναι από χρυσό, θα τρώμε με χρυσά κουτάλια, αλλά θα έπρεπε να δουλεύουμε, μόνο να δουλεύουμε και τίποτα άλλο. Έτσι φτάσαμε στο σημείο να δουλεύουμε μεν —περισσότερο και από τους τότε επικριτές μας— αλλά να μην απολαμβάνουμε τίποτα.
Στο χέρι μας είναι, να αλλάξουμε, να γίνουμε όπως πρώτα, γιατί παρ’ όλο που έχουν περάσει τόσα χρόνια, φως στο τούνελ δεν είδαμε και δεν πρόκειται να δούμε. Γιατί απλά όσο πιο βαθιά μπαίνουμε στο τούνελ, τόσο πιο πολύ σκοτάδι μας κουκουλώνει.
No response to “Όχι φώς δεν είδαμε στο τούνελ, αλλά ούτε λαμπάκι…”
Leave a Reply
Παρακαλώ, σχολιάστε, αλλά να είστε (αν θέλετε) κόσμιοι στις εκφράσεις σας.
Σας ευχαριστώ.
Με αγάπη και σεβασμό
Writer